Blog - Latest News

Προεδρικές 2023 – Ποιον Πρόεδρο έχει ανάγκη η Κύπρος;

Αξιοπιστία και καθαρές θέσεις
ΚΥΠΡΙΑΚΟ – ΔΙΑΦΘΟΡΑ – ΜΕΤΑΡΡΥΘΜΙΣΗ

Κάλεσμα για συμμετοχή όλων σε προβληματισμό και διάλογο για το ποια Κύπρο θέλουμε και για το ποιο προφίλ θα πρέπει να έχει ο Πρόεδρος του 2023, ώστε να την οδηγήσει στον στόχο, απευθύνει ο Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της Κοινωνίας μας – ΟΠΕΚ.

Σε ανοιχτή διαδικτυακή συζήτηση που έγινε μέσω ΖΟΟΜ, τη Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2022, και η οποία μεταδιδόταν επίσης από την ιστοσελίδα του ΟΠΕΚ στο facebook, τα μέλη του Διευρυμένου Διοικητικού Συμβουλίου και πολλοί φίλοι του ΟΠΕΚ κατέθεσαν τις απόψεις τους για το ποια θα πρέπει να είναι τα χαρακτηριστικά ενός υποψηφίου Προέδρου για το 2023. Δόθηκε έμφαση στην ανάγκη ο νέος Πρόεδρος που θα εκλεγεί να έχει ξεκάθαρη τοποθέτηση στο Κυπριακό και βαθιά αντίληψη της διεθνούς και ευρωπαϊκής συγκυρίας, προκειμένου να ξαναδημιουργήσει την ευκαιρία για την επίλυση του Κυπριακού, και να εφαρμόσει πολιτικές – στην Ε.Ε. και διεθνώς – που να ανοικοδομούν την ερειπωμένη αξιοπιστία της Κύπρου. Παράλληλα, οι συμμετέχοντες έθεσαν έντονα τα ζητήματα της διαφάνειας και των μεταρρυθμίσεων, υπογραμμίζοντας ότι η Κύπρος χρειάζεται να βγει από τον φαύλο κύκλο της διαφθοράς, η οποία γνώρισε πρωτόγνωρες διαστάσεις κατά τη διακυβέρνηση Νίκου Αναστασιάδη.

Το πλαίσιο της συγκυρίας των Προεδρικών του 2023

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης επισημάνθηκε για άλλη μια φορά ότι: Το 2022 θα είναι πολύ καθοριστική χρονιά για το μέλλον της Κύπρου και των επόμενων γενιών. Επειδή θα καθορίσει επιλογές για τις Προεδρικές εκλογές του 2023. Σήμερα, οι πολίτες παρακολουθούν με απορία τον ηγέτη της παράταξης που κυβερνά να εμφανίζεται ως ο  υποψήφιος που θα σώσει το νησί. Αν η κυβέρνησή του τα πράττει όλα καλά, από τι θα μας σώσει; Με την ίδια απορία παρακολουθούν τον υπουργό Εξωτερικών με τις μεγαλύτερες αποτυχίες στην ιστορία της Κύπρου να εξαγγέλλει επίσης υποψηφιότητα για να σώσει την πατρίδα. Και μάλιστα, οι δύο υποψηφιότητες κονταροκτυπιούνται σε μια περίοδο όπου ο ΓΓ του ΟΗΕ καταγράφει σαφέστατα την αποτυχία στην έκθεσή του, η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ουσιαστικά απομονωμένη και απαξιωμένη διεθνώς όσο ποτέ άλλοτε, η ψευδαίσθηση του EastMed καταποντίζεται στα μεσογειακά νερά, οι τριμερείς και οι κυρώσεις στην Τουρκία μετατρέπονται σε φιάσκο. Τα στελέχη του ΔΗΣΥ είναι συνυπεύθυνα για την εξουθένωση της προοπτικής επίλυσης, τον εθνικολαϊκισμό, και την διαφθορά, που η διακυβέρνηση του κόμματος εξέθρεψε. Οι πολίτες δεν μπορούν σε καμιά περίπτωση να αγνοήσουν το γεγονός ότι, όσοι είχαν θέσεις εξουσίας στη διακυβέρνηση, δεν είναι άμοιροι ευθυνών, επειδή σιώπησαν όταν η χώρα κατρακυλούσε στη διχοτόμηση και στη διαφθορά. Ίσα-ίσα που η σιωπή σημαίνει συνενοχή. Ιδιαίτερα σ’ αυτήν την περίπτωση.

Τα πιο πάνω κάνουν ακόμη πιο επιτακτική την ανάγκη ο αντίλογος σε αυτές τις υποψηφιότητες να είναι σοβαρός και ουσιαστικός, και όχι συμβατικός.Η αναζήτηση ενός ή μιας υποψηφίου/ υποψήφιας που απλώς θα δηλώνει ότι θέλει λύση στο Κυπριακό μόνο για να πάρει το χρίσμα, η αναζήτηση ενός υποψηφίου που δεν θα δηλώνει καθαρά ότι στηρίζει το Πλαίσιο Γκουτέρες ως βάση για να συνεχίσουν οι συνομιλίες, η αναζήτηση ενός υποψηφίου που δηλώνει «κατά της διαφθοράς» χωρίς καμία συγκεκριμένη πρόταση ή την απαραίτητη βούληση, δεν έχει ιδιαίτερο νόημα. Ο  υποψήφιος που θα αναλάβει να είναι ο ελπιδοφόρος αντίλογος στη σήψη, το ψέμα, και τον καταποντισμό της Κύπρου θα πρέπει να Θέλει, να Μπορεί, και να πείθει και για τα δύο, με την εντιμότητα και την αποφασιστικότητα του.

Πορίσματα της συζήτησης

Η ανοιχτή συζήτηση του ΔΔΣ του ΟΠΕΚ κατέληξε στα εξής πορίσματα, αναφορικά με τα χαρακτηριστικά του Προέδρου που έχει σήμερα ανάγκη η Κύπρος:

  • Ένας αξιόπιστος υποψήφιος για την Προεδρία της Δημοκρατίας θα πρέπει να έχει τα εχέγγυα, από τον πρότερο βίο του, ότι διαθέτει: Εντιμότητα, ειλικρίνεια, αποφασιστικότητα και ανεξαρτησία προοδευτικής σκέψης. Να είναι ένας υποψήφιος που δεν βλέπει την πολιτική ως μέσο προσωπικού πλουτισμού, ούτε την Προεδρία ως λάφυρο – το οποίο να μην εγκαταλείπει, όσες αποτυχίες και ανεντιμότητες κι αν κουβαλά. Μόνο έτσι θα μπορεί να υπερβεί δυσκολίες και εμπόδια, τόσο στο εξωτερικό όσο και στο εσωτερικό, προκειμένου να έχει αποτελεσματικότητα, και οι διακηρύξεις του να μην είναι γράμμα κενό.
  • Ο κατάλληλος για τις σημερινές συγκυρίες υποψήφιος θα πρέπει να τοποθετείται με σαφήνεια υπέρ της λύσης ΔΔΟ, χωρίς να καταφεύγει σε γενικολογίες ή να κολοκυνθίζει αναφορικά με το περιεχόμενό της (π.χ. με αυθαίρετες ερμηνείες για την πολιτική ισότητα). Δεν υπάρχει περίπτωση η διεθνής κοινότητα να ασχοληθεί ξανά στα σοβαρά με το Κυπριακό, αν τον νυν Πρόεδρο αντικαταστήσει κάποιος που θα βάζει έστω και έναν από τους πολλούς αστερίσκους που αυτός τοποθετεί δίπλα από τη «στήριξη λύσης ΔΔΟ».
  • Σε μεγάλο βαθμό, η αξιοπιστία του υποψηφίου αναφορικά με το Κυπριακό θα κριθεί και από «περιφερειακής» αλλά ουσιώδους σημασίας ζητήματα πολιτικής: (α) Από το κατά πόσο στο πρόγραμμά του θα υπάρχουν συγκροτημένες θέσεις και προθέσεις για το πώς θα κινηθεί στον διεθνή χώρο και στην Ε.Ε.. Για παράδειγμα, αν προτίθεται να επιδιώξει τη θετική ατζέντα στις σχέσεις Ε.Ε. – Τουρκίας. Κάνοντας την κατάλληλη διασύνδεση με την ουσία του Κυπριακού. Με σκοπό την επίλυση του, ως προϋπόθεση για να προχωρά παράλληλα, και να προσφέρει αμοιβαία κίνητρα για οριστικές λύσεις στα προβλήματα. Αν προτίθεται να συνεχίσει την αποτυχημένη πολιτική των νυν Προέδρου και του τέως υπουργού Εξωτερικών, με το καταγγελτικό περιεχόμενο και τις κυρώσεις που δεν έρχονται ποτέ, ή αν σιωπά, τότε δεν αξίζει τον κόπο να επενδύσει κανείς σ’ εκείνον προσδοκίες αναβίωσης των διαπραγματεύσεων. (β) Από το πόσο φαίνεται να κατανοεί τη λειτουργία των διεθνών σχέσεων, και κυρίως του ευρωπαϊκού περιβάλλοντος.
  • Κατ’ επέκταση, ένας υποψήφιος, εκτός από το κατανοεί το ευρωπαϊκό περιβάλλον, θα πρέπει να είναι και διατεθειμένος να λειτουργήσει δημιουργικά μέσα σε αυτό και όχι «ανταγωνιστικά» με την ευρωπαϊκή συνθήκη. Να σέβεται τις ανάγκες και τις πολιτικές των εταίρων μας, ώστε να σεβαστούν και εκείνοι τις δικές μας. Οι μέχρι τώρα πολιτικές της εκ μέρους μας αντιπροσώπευσης των συμφερόντων μη ευρωπαϊκών δυνάμεων εντός της Ε.Ε., καθώς και η αντιμετώπιση της Ένωσης αποκλειστικά ως πηγή κονδυλίων, οδήγησαν στην απομόνωση της Κύπρου εντός της Ε.Ε.. Και αν συνεχιστούν, θα συνεχιστεί και η απομόνωση. Διότι η Ε.Ε. δεν είναι πεδίο άσκησης πειρατικών και κουτοπόνηρων πολιτικών εξυπηρέτησης τρίτων, τα λεφτά του Ταμείου Ανάκαμψης, και οι φαντασιακές κυρώσεις κατά της Τουρκίας. Ναι, τα εθνικά συμφέροντα των κρατών μελών είναι παρόντα και διαδραματίζουν ρόλο. Αλλά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα υπάρχει! Και είναι κυρίως ευρύτερες πολιτικές επιλογές στη διεθνή σκακιέρα, είναι επιλογή αν βλέπει κανείς ως μέλλον του κάποιες τυραννίες στην υποσαχάρεια Αφρική, ή την πρόοδο και τη δημοκρατία, είναι και παγκόσμια πρωτοποριακές πρωτοβουλίες – π.χ. Πράσινη Ανάπτυξη. Τυχόν περιφρόνησή του ευρωπαϊκού πλαισίου θα έχει ως αποτέλεσμα σοβαρές ήττες για εμάς σε όλα τα μεγάλα ζητήματα· θα σημαίνει και αδυναμία για εκσυγχρονισμό και ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς.
  • Ο κατάλληλος υποψήφιος δεν θα είναι εκείνος που απλώς δεν έχει ακόμη αποδειχθεί ως διεφθαρμένος ο ίδιος. Θα είναι εκείνος που θα πείθει με το ήθος και τον χαρακτήρα του ότι δεν αποφεύγει να αγγίξει τα δύσκολα ζητήματα της διαφθοράς, αλλά αντίθετα ότι έχει πλάνο για τον θεσμικό περιορισμό των διαστάσεων της. Και ότι, στην ανάγκη, δεν θα διστάσει να προχωρήσει σε εφαρμογή του προγράμματός του στον τομέα αυτό, ακόμη και αν βρίσκει αντιστάσεις μέσα στις ίδιες τις δυνάμεις που τον υποστηρίζουν. Διαφορετικά, ούτε και σε αυτόν τον τομέα θα υπάρξουν σοβαρές ενδογενείς πρωτοβουλίες. Θα χρειάζεται κάθε φορά, για κάθε πτυχή της διαφθοράς, να ελπίζουμε σε πιέσεις από την Ε.Ε. για να προχωρήσει στοιχειωδώς ή εικονικά κάποια πολιτική στην Κύπρο.

Η συνέχεια

Το ΔΔΣ του ΟΠΕΚ προτίθεται να συνεχίσει την πρωτοβουλία της σχετικής συζήτησης, προχωρώντας το επόμενο διάστημα σε εξειδίκευση των πιο πάνω. Με την εμπειρία των μέχρι τώρα διαδικτυακών συζητήσεων που οργανώνει τακτικά – τρεις με τέσσερις ανά μήνα – πάνω σε εξειδικευμένα θέματα και με πολύ αξιόλογους επιστήμονες και διανοούμενους ως ομιλητές, θα προχωρήσει σε εξειδίκευση των πιο πάνω και συγχρονισμό τους με τη δημόσια συζήτηση, όπως αυτή θα εξελίσσεται το επόμενο διάστημα, μέχρι την οριστικοποίηση του σκηνικού. Παράλληλα, θα παράγονται τα αντίστοιχα έγγραφα πολιτικής, τα οποία και θα δίνονται στη δημοσιότητα.