Είναι προφανές ότι υπάρχει έλλειψη μακρόπνοου σχεδιασμού της οικονομίας, επικίνδυνη εξάρτηση σχεδόν αποκλειστικά από συγκεκριμένους τομείς των υπηρεσιών, και αναιμική επένδυση σε τομείς που θα λειτουργούσαν πιο σταθερά στη σφαίρα της πραγματικής οικονομίας.
Διατηρούμε στην Ε.Ε. μια από τις χαμηλότερες θέσεις στις επενδύσεις στον τομέα της έρευνας, των νέων τεχνολογιών, της εκπαίδευσης, της υγείας, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, του πολιτισμού, δηλαδή σε τομείς που θα διασφάλιζαν μιαν πιο υγιή και σταθερή οικονομική ανάπτυξη.
Η Κυπριακή Δημοκρατία βρίσκεται στην τελευταία θέση στην Ευρώπη, όσον αφορά τις δαπάνες για την έρευνα/ανάπτυξη, με ένα 0.48% του ΑΕΠ, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου 2%. Ακόμα πιο λυπηρό, το 75% των δαπανών για την έρευνα/ανάπτυξη εξασφαλίζεται από τα πανεπιστήμια – κυρίως από το Πανεπιστήμιο Κύπρου – μέσω ανταγωνιστικών προγραμμάτων, ενώ μόνο το 25% προέρχεται από το κράτος και τον ιδιωτικό τομέα. Χωρίς έρευνα/ανάπτυξη δεν μπορούν να αναπτυχθούν η καινοτομία, επιχειρηματικότητα, και η απασχόληση, κάτι απαραίτητο για να αντιμετωπιστεί το υψηλό ποσοστό ανεργίας ανάμεσα στους νέους .
Το κράτος, εκτός από το να επενδύει το ίδιο σε αυτούς τους τομείς, θα πρέπει να λειτουργεί και ως εργαλείο ενθάρρυνσης και διευκόλυνσης ιδιωτικών επενδύσεων, σε συνάρτηση με διεθνείς οργανισμούς και επενδυτές που διαθέτουν πόρους και τεχνογνωσία. Για να γίνουν πραγματικότητα τέτοιες επενδύσεις, απαιτείται πρώτα απ’ όλα ένα σύγχρονο κράτος, απαλλαγμένο από τη γραφειοκρατία και την ημιμάθεια. Ένα κράτος που θα δημιουργήσει φιλικό επενδυτικό και επιχειρηματικό πλαίσιο για μεγάλους «παίχτες».