Κύπρος: Η φενάκη των «δύο κρατών» στην Ε.Ε.
Του Καθηγητή Παναγιώτη Ιωακειμίδη (Στην πολιτική περιοδική έκδοση «Μεταρρύθμιση»)
Ενώ η Τουρκία συνεχίζει τις παράνομες δραστηριότητές της στην ΑΟΖ (Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη) της Κύπρου και η Ευρωπαική Ένωση εμφανίζεται απρόθυμη να υιοθετήσει ουσιαστικές κυρώσεις εναντίον της , μια ιδέα που κυκλοφορεί τώρα ευρύτερα στη Λευκωσία για την επίλυση του κυπριακού προβλήματος είναι αυτή των δύο κρατών εντός της ΕΕ. Η αποδοχή δηλαδή ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους το οποίο όμως θα ενταχθεί ως πλήρες μέλος στην Ένωση. Θα συμμετέχουν έτσι και τα δύο κυπριακά κράτη και θα εφαρμόζονται μεταξύ τους οι ενωσιακές ρυθμίσεις όπως π.χ. για την ελεύθερη κυκλοφορία ατόμων, αγαθών, κλπ. Πρόκειται για μια πέρα για πέρα ανεδαφική αλλά και επικίνδυνη ιδέα-φενάκη. Πρώτα απ’ όλα η λογική των δύο κρατών αυτή καθ’εαυτή είναι επικίνδυνη. Ισοδυναμεί με πλήρη ήττα της διαδικασίας για την επανένωση της Κύπρου στη βάση της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας, ενώ εγείρει κρίσιμα ζητήματα για τον μελλοντικό ρόλο της Τουρκίας, κλπ. Αλλά πέραν όλων αυτών, στηρίζεται σε μια εντελώς ανεδαφική, ουτοπική υπόθεση: ότι ένα ανεξάρτητο τουρκοκυπριακό κράτος θα ενταχθεί ως πλήρες μέλος στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια τέτοια προοπτική αποκλείεται πλήρως και κατηγορηματικά. Ως γνωστόν, το πρωτόκολλο δέκα (10) της Πράξης Προσχώρησης της Κύπρου στην ΕΕ (2004) αναστέλλει την εφαρμογή του ενωσιακού κεκτημένου στις περιοχές που «η νόμιμη κυβέρνηση της Κύπρου δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο», δηλαδή στα εδάφη του λεγόμενου τουρκοκυπριακού κράτους της Β. Κύπρου.
Στην περίπτωση διευθέτησης του κυπριακού προβλήματος το Συμβούλιο είναι υποχρεωμένο αποφασίζοντας με ομοφωνία να αναπροσαρμόσει τους όρους προσχώρησης της Κύπρου στην Ένωση σε σχέση με την τουρκοκυπριακή κοινότητα, να καταργήσει δηλαδή την αναστολή εφαρμογής του κεκτημένου. Αλλά είναι προφανές ότι όταν το πρωτόκολλο αναφέρεται σε “διευθέτηση” δεν εννοεί τη δημιουργία (νόμιμου) ανεξάρτητου κράτους. Εννοεί λύση για ένα κράτος οποιασδήποτε συνταγματικής μορφής (ομοσπονδία, κλπ.) αλλά πάντως ένα και όχι δύο. Επομένως δεν μπορεί να επεκταθεί το κεκτημένο αυτομάτως σε ένα νέο ανεξάρτητο τουρκοκυπριακό κράτος και το τελευταίο να καταστεί αμέσως μέλος της ΕΕ. Σε περίπτωση νέου ανεξάρτητου τουρκοκυπριακού κράτους, αυτό θα πρέπει να υποβάλει αίτηση για ένταξη στην Ένωση (σύμφωνα με το άρθ. 49 της Συνθήκης της Λισσαβώνας), όπως άλλωστε γνωμοδότησε σχετικά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την περίπτωση της Σκωτίας στο ενδεχόμενο που καταστεί ανεξάρτητο κράτος . Η πιθανότητα να γίνει αποδεκτή, ομοφώνως μάλιστα, μια τέτοια τουρκοκυπριακή αίτηση ένταξης αποκλείεται παντελώς. Εκτός από τις γενικότερες επιφυλάξεις που υπάρχουν αυτή την περίοδο για τη διεύρυνση (οι περιπέτειες με τη Β. Μακεδονία και Αλβανία είναι γνωστές), αποκλείεται η Ένωση να ενσωματώσει ένα τουρκοκυπριακό ανεξάρτητο κράτος ως πλήρες μέλος (και με τον τρόπο αυτό να βάλει και ολίγον την Τουρκία στην Ένωση από την πίσω πόρτα).
Επομένως όσοι διακινούν την ιδέα των “δύο κρατών στην Ένωση” βρίσκονται φοβάμαι πλήρως εκτός πραγματικότητας. Η μόνη ευεργετική λύση για τις δύο κοινότητες αλλά και για την ευρύτερη περιοχή παραμένει αυτή της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Και για τη λύση αυτή υπάρχει ήδη έτοιμο το σχετικό πλαίσιο του Γεν. Γραμματέα του ΟΗΕ (“πλαίσιο Γκουτιέρες”) που μπορούν και πρέπει να ενεργοποιήσουν οι δύο πλευρές με άμεση επανέναρξη των συνομιλιών. Με τον τρόπο αυτό μπορούν να λυθούν και τα προβλήματα που προκαλεί η έκνομη δραστηριότητα της Τουρκίας στην κυπριακή ΑΟΖ.