Η συνταγή της προχειρότητας
Πριν από δύο μήνες, με αφορμή την εξαγγελία υποβολής αιτήματος στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για κρατική ενίσχυση της ακτοπλοϊκής σύνδεσης Κύπρου – Ελλάδας, έγραφα ότι «πνιγόμαστε από αέρος και μας πετούν στη θάλασσα». Η ακατανόητη επιχειρηματολογία της Υφυπουργού Ναυτιλίας, άφηνε εκτός συζήτησης, το βασικότερο πρόβλημα που καλούμαστε εδώ και πολλά χρόνια να λύσουμε, αυτό της αεροπορικής σύνδεσης του ανατολικότερου νησιού της Μεσογείου με τον υπόλοιπο κόσμο. Η κατάρρευση της Thomas Cook, μας απέδειξε -με το αζημίωτο- ότι η ενίσχυση της απευθείας σύνδεσης της χώρας με βασικούς κόμβους αερομεταφορών, θα έπρεπε να ήταν ύψιστη προτεραιότητα. Οι λόγοι πολλοί και όλοι ζωτικής σημασίας. Ένας εξ αυτών, ο τουρισμός.
Είχαν προηγηθεί τα λουκέτα των αερογραμμών Air Berlin και Monarch το 2017, με απώλειες πέραν των 22 εβδομαδιαίων πτήσεων προς τα κυπριακά αεροδρόμια, από Γερμανία και Μ. Βρετανία αντίστοιχα. Ακολούθησε η κατάρρευση της Cobalt το 2018 και το Φλεβάρη του 2019 η κατάρρευση της Germania Airlines. Κι ενώ το 2017 και 2018 ήταν χρονιές ρεκόρ για τις αφίξεις ξένων περιηγητών, με τις προαναφερθείσες απώλειες και την αβεβαιότητα του Brexit, φτάσαμε να μετρούμε στη φετινή σεζόν, 19% μειωμένες αφίξεις από τη Γερμανική αγορά και γενικότερα μια ανεμική αύξηση στα 0,6%. Αυτά μέχρι τον Αύγουστο του τρέχοντος έτους. Μας πρόλαβε όμως η κατάρρευση της Thomas Cook που με τα αεροπλάνα της, μετέφερε περίπου το 4-5% της συνολικής επιβατικής κίνησης, δηλαδή, πέραν των 140.000 Τουριστών ετησίως. Μια απώλεια που μεταφράζεται σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ.
Σε προέκταση των πιο πάνω, η πτώχευση της Τhomas Cook, αναμένεται να επιφέρει δραματικές επιπτώσεις σε ολόκληρο τον κλάδο φιλοξενίας και μαζικής εστίασης. Η άμεση ζημιά υπολογίζεται στα 60 εκατομμύρια για φέτος, έστω κι αν μέρος των ζημιών καλυφτεί από τους οργανισμούς ασφάλισης ταξιδίων (βλέπε Air Travel Trust). Τα χειρότερα όμως, έπονται με τη νέα σεζόν. Ενδεχομένως ο ανταγωνισμός να καλύψει ένα μέρος των πελατών μεσοπρόθεσμα, αλλά κανείς δεν εγγυάται ότι ο νέος πράκτορας θα εντάξει την Κύπρο στους καταλόγους του, δεδομένων των υψηλών τιμών μας.
Ο Thomas Cook, ιδρυτής του ομώνυμου κολοσσιαίου ταξιδιωτικού πρακτορείου, ήταν ο άνθρωπος που εμπνεύστηκε τα λεγόμενα “Ταξιδιωτικά Πακέτα”. Ξεκίνησε από τη Βρετανία και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε όλο τον κόσμο πουλώντας διακοπές οργανωμένες σε μια τιμή-πακέτο. Αυτά, το 1841. Από τότε ο κόσμος άλλαξε τέσσερις φορές κι ο ανταγωνισμός κτυπά πλέον ανελέητα. Διαδικτυακές πλατφόρμες πώλησης εισιτηρίων και διαμονής, μέχρι και sharing stay (Airbnb) είναι στη διάθεση των πολιτών, οι οποίοι μπορούν να οργανώσουν μόνοι τις διακοπές τους, σε περιόδους off-season, με οικονομικές και αξιοπρεπείς λύσεις. Η τελευταία δεκαετία για τον Thomas Cook, βγήκε λίγο πολύ στον αναπνευστήρα, ενώ σώθηκε από βέβαιη πτώχευση τουλάχιστον δύο φορές. Σε μια προσπάθεια να επιβιώσει, προχώρησε σε στρατηγική πλήρους καθετοποίησης. Παρείχε πακέτα που περιλάμβαναν αεροπορικά εισιτήρια, διαμονή σε ιδιόκτητα ξενοδοχεία και γεύματα all inclusive. Αποδείχτηκαν ανοίγματα που δεν μπόρεσε να σηκώσει.
Στην Κύπρο, κλασικά χωρίς καμία στρατηγική, χωρίς κανένα όραμα για τον πιο βασικό πυλώνα της οικονομίας μας, προσδεθήκαμε στο άρμα των τουριστικών πρακτόρων, πέφτοντας στην παγίδα του εύκολου χρήματος. Δεκάδες ξενοδοχεία παρέδωσαν τα κλειδιά αποκλειστικά σε Thomas Cook, Tui και Biblio Globus, οι οποίοι τους εξασφάλιζαν 80 έως και 100% πληρότητα. Τα πρακτορεία με τη σειρά τους, εξαντλούνταν με τα all inclusive προγράμματα, μειώνοντας έτσι τις τιμές-πακέτα. Και χωρίς να το καταλάβουν, βρέθηκαν εκτός παζαριού με τη ψευδαίσθηση του μηδενικού ρίσκου να μπαίνουν στο φαύλο κύκλο μείωσης των τιμών και καταρράκωσης της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.
Κι ενώ το συγκεκριμένο μοντέλο του επιχειρείν, οδεύει σταδιακά προς τη πτώχευση, εμείς συντηρούμε την εξάρτηση, τόσο προς τους πράκτορες, όσο και με τις αγορές τουριστών. Σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία, το 1988, η εξάρτηση στην Αγγλική αγορά ήταν στο 36%. Το 1998 η εξάρτηση έφτασε στο 46% ενώ το 2008 σκαρφάλωσε στο 52%. Το 2018, φαίνεται ποσοστιαία να μειώνεται στο 34%. Παρόλα αυτά, από το ρεκόρ των 3,9 εκατομμυρίων αφίξεων, το 1,3 εκ αφορά Βρετανούς και 780χιλ Ρώσους. Αν αναλογιστεί κανείς ότι από τις συνολικές αφίξεις, το 60% προέρχεται από οργανωμένα πακέτα δύο Αγγλικών πρακτορείων κι ενός Ρωσικού, τότε η εξάρτηση της χώρας στις δύο αυτές αγορές είναι εγκληματικά τεράστια. Σημειώνω εδώ ότι η Biblio Globus εξαγοράστηκε τον περασμένο Μάιο από την Thomas Cook κι ακόμα δεν έχει σημάνει συναγερμός…!
Η συνταγή της προχειρότητας ολοκληρώνεται από τους αρμόδιους φορείς, με το μεταλλαγμένο ΚΟΤ να κινείται μεταξύ φθοράς, διαφθοράς και γραφικότητας: Παντελής απουσία οράματος για την κατεύθυνση του τουριστικού τομέα, αδυναμία προσαρμογής στη σύγχρονη ζήτηση για εξατομικευμένες υπηρεσίες, ανυπαρξία ολοκληρωμένου πλάνου εκσυγχρονισμού της προβολή της χώρας και των υπηρεσιών της και παροχή κινήτρων που κατακερματίζουν εν τέλει την ξενοδοχειακή βιομηχανία, μετατρέποντας τουριστικές μονάδες σε πολυτελή διαμερίσματα για διαβατήρια.