Με «Χάγη» στα μαζεμένα σύννεφα
Την αναζήτηση ενός ουσιαστικού διπλωματικού διεξόδου για ανάκτηση της πρωτοβουλίας των κινήσεων καλούνται να εξετάσουν σοβαρά οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου, παρακολουθώντας την Τουρκία να ωθεί στα άκρα την κατάσταση στην ανατολική Μεσόγειο και εκείνες να σύρονται πίσω της. Η Άγκυρα τις τελευταίες ημέρες έχει καταστήσει πολύ σαφείς τις επόμενες κινήσεις της για επέκταση των ερευνών και γεωτρήσεων από την ήδη «διάτρητη» κυπριακή ΑΟΖ, στα ανατολικά των ελληνικών νησιών της Ρόδου, της Καρπάθου και της Κρήτης. Για να μην υπάρχουν αμφιβολίες, η Τουρκία γνωστοποίησε τις προθέσεις της σε επαφές με την κυβέρνηση της Λιβύης και με απανωτές τοποθετήσεις στο πιο υψηλό επίπεδο: δια του προέδρου Ερντογάν και του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και με την δημόσια εμφάνιση του ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου στο Twitter, κρατώντας τον χάρτη των τουρκικών διεκδικήσεων σε όλη την ανατολική Μεσόγειο: «είμαστε αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε τα συμφέροντά μας και εκείνα των Τουρκοκυπρίων», διακήρυξαν.
Οι εξελίξεις ήχησαν πλέον σαν συναγερμός! Όλοι βλέπουν καθαρά προς τα πού οδηγούνται τα ζητήματα με την Τουρκία και την επικίνδυνη περιπέτεια στις θάλασσες. Ο προβληματισμός όμως, δεν αρκεί, ούτε οι μέχρι τώρα τακτικές κινήσεις και καταδικαστικές διακηρύξεις. Όσοι διαθέτουν γνώση του παρελθόντος – και στο ελληνικό ΥΠΕΞ υπάρχει βαθιά εμπειρία – είναι τώρα σε θέση να επιμετρήσουν τι σημαίνει το καρκίνωμα του Κυπριακού και το κόστος της αδράνειας της Ελλάδας για τις διαφορές στο Αιγαίο, με την εγκατάλειψη του πλαισίου Ελσίνκι για τη Χάγη τον Δεκέμβριο του 2004. Η πικρή αλήθεια είναι ότι από τότε, οι δύο κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου δεν διαθέτουν στρατηγική για την επίλυση των προβλημάτων τους, ούτε τον απαραίτητο συντονισμό για να τα χειριστούν. Περιορίζονται κατά καιρούς σε ένα μείγμα αντιφατικών διακηρύξεων για εσωτερική κατανάλωση έναντι της Τουρκίας, χωρίς ξεκάθαρη στόχευση και πρόβλεψη των κινδύνων.
«Μαζεμένος» ο λογαριασμός…
Αυτό που συμβαίνει τα 3 τελευταία χρόνια είναι όλος ο …λογαριασμός μαζεμένος. Η Κύπρος πρώτα και ακολούθως η Ελλάδα – σε δύο διαδοχικές κυβερνήσεις – έχουν αναμειχθεί σε μια επιζήμια περιπέτεια δημιουργίας αξόνων «μηδενικού αθροίσματος» έναντι της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο. Το μόνο αποτέλεσμα της πολιτικής αυτής είναι η επιδείνωση και η περαιτέρω εμπλοκή των υφιστάμενων άλυτων προβλημάτων. Το Κυπριακό, όμως, για 3 ολόκληρα χρόνια βρίσκεται στην κόψη του ξυραφιού, αφού οι διαπραγματεύσεις του ΟΗΕ παραμένουν στον πάγο. Η Ελλάδα δεν έχει ουσιαστικό διάλογο με την Τουρκία, οι σχέσεις Τουρκίας – ΕΕ αποσυντονίστηκαν εντελώς, ενώ τα νέα μέτωπα για τετελεσμένα άνοιξαν στην ανατολική Μεσόγειο.
Τα δεδομένα λένε ότι η Άγκυρα θα προχωρήσει σε τρεις μήνες σε έρευνες και γεωτρήσεις σε περιοχές που η Ελλάδα ενδεχομένως θα αναγκαστεί να αντιδράσει. Αυτά λειτουργούν πλέον σαν η αντίστροφη μέτρηση μιας προαναγγελθείσας σοβαρής κρίσης. Η Τουρκία διατηρεί συνεχώς την πρωτοβουλία των κινήσεων. Εκείνη επιλέγει, πού και πώς θα δοκιμάσει τις αντοχές της Αθήνας. Όπως αποδείχθηκε στην Κύπρο για τόσους μήνες και, ακολούθως, με την αιφνίδια υπογραφή του μνημονίου με τη Λιβύη, η Άγκυρα έχει πολλά περιθώρια να ελίσσεται, εντός και εκτός των ορίων διεθνούς δικαίου, αφού οι ανοιχτές θάλασσες δεν είναι οριοθετημένες με την Ελλάδα, ενώ αμφισβητούνται με την Κύπρο και λόγω άλυτου Κυπριακού. Συμπερασματικά, η Κύπρος είναι περικυκλωμένη και η Ελλάδα σύρεται στο πιο άγονο για εκείνην, γήπεδο αναμέτρησης: γκριζάρισμα περιοχών, τετελεσμένα και κορύφωση της έντασης.
Παρασκηνιακή διπλωματία στην ΕΕ
Μέσα στον κυκεώνα που δημιουργείται, η αναζήτηση διπλωματικού διεξόδου εντοπίζεται στην ΕΕ. Όμως, η Αθήνα και η Λευκωσία χρειάζεται πρώτα να διαβάζουν προσεκτικά την πρόθεση των Βρυξελλών να κρατήσουν πάση θυσία την Τουρκία στη σφαίρα του διαλόγου κι όχι στη λογική τιμωρητικών κυρώσεων. Αυτή τη στιγμή δεν υπάρχει ισχυρή ευρωπαϊκή προσωπικότητα να αναλάβει το βάρος μιας πρωτοβουλίας. Υπάρχουν ωστόσο, ισχυρές κυβερνήσεις και κυρίως η Γερμανία που αντιλαμβάνονται το μέγεθος του διακυβεύματος. Η συνομιλία που είχε την Πέμπτη (4/6) ο πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης με την καγκελάριο της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ αποτελεί μέρος ενός διπλωματικού παρασκηνίου για εκτόνωση των εντάσεων, ενόψει της ανάληψης της Γερμανικής Προεδρίας στην ΕΕ.
Παράλληλα κινείται και ο Ζοζέπ Μπορέλ, Ύπατος Εκπρόσωπος για την εξωτερική πολιτική, ο οποίος δεν αποδέχεται την αντίδραση διαφόρων κρατών μελών που τοποθετούνται στο Συμβούλιο με κριτήριο μόνο το αντιτουρκικό μένος (2/6): «Ορισμένα κράτη-μέλη θεωρούν ότι όσο οι γεωτρήσεις συνεχίζονται, οι συνομιλίες πρέπει να διακοπούν. Αλλά νομίζω ότι ο μόνος τρόπος επίλυσης αυτού του είδους των ζητημάτων είναι να προσεγγίσουμε, να έρθουμε πιο κοντά για να δούμε πώς μπορούμε να κάνουμε την Τουρκία να καταλάβει ότι οι καλές μας σχέσεις θα εξαρτηθούν αποφασιστικά από τον σεβασμό της κυριαρχίας της Κύπρου και της Ελλάδας στα ύδατα που αμφισβητούνται».
Η κυπριακή κυβέρνηση δεν δείχνει ξεκάθαρα αν αναμειγνύεται παραγωγικά σε αυτή την διπλωματική λογική που αναζητεί διέξοδο και λύσεις. Κάτι τέτοιο αναπόφευκτα θα ξαναφέρει στο προσκήνιο το ζήτημα των διαπραγματεύσεων του ΟΗΕ. Θα χρειαστεί δηλαδή, ο πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης να ξανανοίξει τα χαρτιά του στον Αντόνιο Γκουτέρες που βρίσκεται σε αναμονή για 3 χρόνια! Οι δημόσιες αναφορές του προέδρου της Δημοκρατίας εξαντλούνται σε «διατακτικού τύπου» προς τους υπόλοιπους ηγέτες «σε σχέση με τον ρόλο που η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να διαδραματίσει, η οποία θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί στενά τις ενέργειες της Τουρκίας ενεργώντας αποφασιστικά, εμμένοντας στην υλοποίηση των αποφάσεων της, και επιδεικνύοντας εμπράκτως αλληλεγγύη…» (ανακοινωθέν μετά την τηλεφωνική συνομιλία με την Α. Μέρκελ). Η έμπρακτη αλληλεγγύη, όμως, δεν συνεπάγεται κυρώσεις, όπως πίστευε ο ΥΠΕΞ Ν. Χριστοδουλίδης. Ο Κύπριος ΥΠΕΞ, μη έχοντας τίποτα να παρουσιάσει εκτός από δημόσιες σχέσεις σε τριμερείς – η τελευταία με …Ιορδανία – φλερτάρει ξανά με την ιδέα να κινήσει «διαδικασία Χάγης» μετά το φαξ που έστειλε στην τουρκική πρεσβεία στην Αθήνα. Στο Συμβούλιο Υπουργών στις 15 Μαΐου, φάνηκε ότι δεν υπάρχει πλέον καμία διάθεση για κυρώσεις σε βάρος της Τουρκίας και για την «τιμή των όπλων», ζήτησε και έλαβε μια θετική μνεία ότι οι «27» «καλωσορίζουν την πρόσκληση που απηύθυνε η κυβέρνηση της Κύπρου στην Τουρκία να διαπραγματευτούν με καλή πίστη την οριοθέτηση των μεταξύ τους παράκτιων ζωνών».
Τρίμηνο πιέσεων
Η ελληνική κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη έχει πολλούς λόγους να ενεργήσει για να μην την προκαταλάβουν οι εξελίξεις. Τα ρίσκα αυξάνονται και αφορούν την ολική ανατροπή των οικονομικών προτεραιοτήτων της κυβέρνησης, μπροστά στον κίνδυνο αποσταθεροποίησης και το ενδεχόμενο ενός θερμού επεισοδίου. Η Αθήνα δεν μπορεί να δηλώνει – όπως η Λευκωσία – απόλυτη αδυναμία αντίδρασης και να στέλνει το λογαριασμό σε άλλους!
Η ευθύνη για αλλαγή ρότας πέφτει πρωτίστως στον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη και το επιτελείο Δένδια προτού εγκλωβιστούν από τα ίδια τα γεγονότα. Μέχρι τώρα η Αθήνα πίστευε ότι θα μπορούσε να ελέγχει τον χρόνο, χωρίς να ακουμπά τα πλέον επίμαχα. Τώρα όμως, τα γεγονότα πιέζουν για αποφάσεις. Σε αντίθεση με την Κύπρο, η Ελλάδα έχει μια βασική διπλωματική επιλογή και την εξετάζει: την αμφισβήτηση σε Διεθνές Δικαστήριο, του μνημονίου οριοθέτησης Τουρκίας – Λιβύης, με προσφυγή εναντίον της Λιβύης. Κάτι τέτοιο θα συγκρατούσε την Τουρκία, αν και θα την καθιστούσε ενδιαφερόμενο μέρος μέσα σε ένα περιβάλλον διαπραγμάτευσης που θα άνοιγε και άλλα ζητήματα. Η Τουρκία δεν έχει αρνηθεί ένα διμερή πλήρη διάλογο με την Ελλάδα και όλες τις χώρες της περιοχής, πλην της Κύπρου, την οποία δεν αναγνωρίζει.
Νέο πακέτο «Ελσίνκι»
Η εύσχημη αναδίπλωση από τους μεγαλεπήβολους – πλην όμως ανύπαρκτους – σχεδιασμούς για το φυσικό αέριο στην ανατολική Μεσόγειο μέσω ενός μορατόριουμ γεωτρήσεων και ταυτόχρονη πρόταξη πρωτοβουλιών του διαλόγου (Κυπριακό – Ελληνοτουρκικά), μπορεί να λειτουργήσουν ως καταλύτης. Για να είναι όμως, πειστικές οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου, χρειάζονται να προετοιμάσουν ένα πολύ ευρύτερο πλαίσιο συνεννοήσεων με την ΕΕ και τον ΟΗΕ. Ποιος θα κινήσει μια τέτοια διαδικασία όμως, που αντί της λογικής αξόνων και τις τριμερείς (Ισραήλ – Αίγυπτος ), θα τολμήσει να φέρει στο προσκήνιο την αναζωογόνηση των σχέσεων Τουρκίας – ΕΕ; Πολλά κομμάτια του παζλ ενός «νέου Ελσίνκι» απαιτούν ολικό ανασχεδιασμό και προσαρμογές στα δεδομένα μιας «ειδικής σχέσης» με την Τουρκία.
Η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν επιλογή, αν έχουν την πολιτική βούληση και καθαρές επιδιώξεις για οριστική επίλυση των προβλημάτων που, είτε ωρίμασαν (Κυπριακό – πλαίσιο Γκουτέρες), είτε θα πάρουν τον δρόμο προς επίλυση (Χάγη) με την κατάλληλη προετοιμασία για αμοιβαία επωφελείς (win – win) συμβιβασμούς με την Τουρκία. Πάνω σε αυτά, μια πολιτική ανταλλαγμάτων προς την Τουρκία θα μπορούσε να περιλαμβάνει όσα μπορούν να διασωθούν, αλλά να δημιουργήσουν μια υγιή Ευρωτουρκική σχέση: ενισχυμένη Τελωνειακή Ένωση, απελευθέρωση της βίζας, πακέτο για μεταναστευτικό και, ακόμα, η συμμετοχή της Άγκυρας στην νέα μόνιμη συνεργασία (PESCO). Η Αθήνα και η Λευκωσία έχουν επιλογές! Ο χειρότερος σύμβουλος είναι να συνεχίσουν να παρακολουθούν την προδιαγεγραμμένη πορεία και να νομίζουν ότι κάνουν διπλωματία με την καταγγελία και τις δημόσιες σχέσεις.