Παράθυρο… Η θορυβώδης μοναξιά
Η θορυβώδης μοναξιά
Υπάρχουν πολλών λογιών μοναξιές. Κάποιοι άνθρωποι αισθάνονται μόνοι επειδή τους λείπει ο ουσιαστικός δεσμός και η επικοινωνία με άλλους ανθρώπους. Είτε λόγω συγκυριών, είτε επειδή λόγω χαρακτήρα δεν βρίσκουν εύκολα τον δρόμο της συνάφειας και της αλληλεπίδρασης με τους άλλους. Από την άλλη, υπάρχει και η κατ’ επιλογή μοναχικότητα: Επειδή όλα γίνονται εξαιρετικά θορυβώδη, πολλές φορές οι άνθρωποι επιλέγουν την απόσυρση – προσωρινή έστω – για να ανασυνταχθούν, να ασχοληθούν με κάτι που τους ικανοποιεί και τους αναπτύσσει. Αυτή είναι η δημιουργική μοναξιά. Όσο πιο θορυβώδης και επικοινωνιακή γίνεται η καθημερινότητα, τόσο περισσότεροι άνθρωποι αισθάνονται αυτήν την ανάγκη για μιαν ανάπαυλα «ασκητισμού».
Ο θόρυβος της επικοινωνίας γίνεται όλο και πιο εκκωφαντικός, με τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Έχουν το μεγάλο πλεονέκτημα της διάχυσης πληροφοριών και απόψεων με έναν μη ελεγχόμενο τρόπο. Διασπώντας έτσι τα δεσμά που περικλείουν τα συμβατικά ΜΜΕ. Το πρόσημο είναι οπωσδήποτε θετικό. Ιδιαίτερα εδώ, όπου ο έλεγχος των ΜΜΕ παίρνει επικίνδυνες διαστάσεις. Όμως, επειδή ακριβώς τα ΜΚΔ αντιμετωπίζονται από πολλούς ως πλατφόρμα ασύδοτης έκφρασης – χώρος απόλυτης ελευθερίας, όπου μπορεί κανείς να αφορίζει, να υβρίζει, να στεγάζει κάθε μορφή ηλιθιότητας κάτω από ένα «εγώ νομίζω ότι» – συχνά πολλαπλασιάζουν τον θόρυβο. Η επικοινωνία χάνεται μέσα σε ουρλιαχτά και κραυγές – όταν δεν βουλιάζει απλώς μέσα στη ναρκισσιστική αυτοπροβολή. Έτσι, πολλοί άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να αυτοπροστατευτούν, ανοίγοντας μόνο περιστασιακά και δειλά-δειλά το παράθυρο των ΜΚΔ. Για να δηλητηριαστούν όσο γίνεται λιγότερο.
Για να μην πούμε και το άλλο: Αυτό το «ήθος» που αναπτύσσεται στα ΜΚΔ μεταφέρεται στη συνέχεια και στη ζωντανή επικοινωνία. Αν συγκρίνετε τον τρόπο που σας μιλούσαν οι γύρω σας πριν δέκα-δεκαπέντε χρόνια με αυτόν που σας μιλούν σήμερα, θα βλέπατε τη διαφορά. Ο επικοινωνιακός εγωισμός, η επικοινωνία υπό μορφή τυφλής δήλωσης, κατακτά όλο και περισσότερο έδαφος. Και θεωρεί πια την αγένεια αυτονόητο δικαίωμα και προσωπική κατάκτηση.
Τοξική ακτινοβολία
Είναι διάχυτο ένα μείγμα επικοινωνιακής βαρβαρότητας. Τα συμβατικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης εκφράζουν με σχεδόν απόλυτο τρόπο τη θρησκευτική προσκόλληση σε κάθε μορφής κυρίαρχο αφήγημα. Το μικρό έλλειμμα στον ακραίο λόγο που παρουσιάζουν (επειδή πρέπει να τηρούν κάποια προσχήματα, δεν μπορούν να εξυβρίζουν ανοιχτά τη διαφορετική άποψη) το καλύπτει η οχλοκρατική συμπεριφορά στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Έτσι, ο χώρος που μένει για πραγματικό διάλογο είναι ελάχιστος. Γιατί και στα δύο επίπεδα αυτό που κυριαρχεί είναι το σχήμα, όχι το περιεχόμενο. Για παράδειγμα, τόσο στα ΜΜΕ όσο και στα ΜΚΔ, η αντίδραση στο άρθρο της μαθήτριας για την προσευχή και το μάθημα των θρησκευτικών δεν είχε καμιά σχέση με το περιεχόμενό του. Ελάχιστοι το διάβασαν. Η αντίδραση ακολουθούσε ένα σχήμα: «Κάποιοι έβαλαν μια μαθήτρια να γράψει εναντίον της θρησκείας μας, άρα πρέπει να αντιδράσουμε έντονα γιατί κινδυνεύει η ταυτότητά μας». Για κάθε λεπτό που αφιερωνόταν στα ΜΜΕ για να μιλήσει η Επίτροπος για τα Δικαιώματα του Παιδιού αντιστοιχούσε μια ώρα σε θεολόγο ή άλλο συντηρητικό πρόσωπο, για να εξηγήσει ότι η παιδεία μας είναι ελληνοχριστιανική και ότι έτσι πρέπει να παραμείνει. Για κάθε «μπράβο στη μαθήτρια» στα ΜΚΔ, αντιστοιχούσαν δέκα ύβρεις εναντίον της.
Η διαφορά, όμως, δεν είναι μόνον ποσοτική. Είναι κυρίως ποιοτική: Οι συνθήκες καθιστούν αδύνατο τον διάλογο πάνω στην ουσία, και δεν αφήνουν κανένα περιθώριο στον ορθολογισμό. Ο ανταγωνισμός δεν είναι σε επίπεδο επιχειρημάτων, λόγου και τεκμηρίων, αλλά σε επίπεδο συναισθηματικής έντασης.
Αυτή η συναισθηματική ένταση δεν περιορίζεται μόνο στο πεδίο του αφρίζοντος δογματικού λόγου. Όταν γίνεται αντιληπτό ότι μια γκρίζα ζώνη πολιτών αρχίζει να τρομάζει από τον ακραίο αφοριστικό λόγο της εξ αποκαλύψεως αλήθειας, αναλαμβάνει ρόλο το κομμάτι του εκλογικευμένου δογματισμού. Γι’ αυτό και μετά την πρώτη υστερία, τις τελευταίες μέρες παρηγοριά και αποκούμπι των δογματικών είναι η πληθώρα παρεμβάσεων από «πεφωτισμένους θεολόγους». Που έχουν εκπαιδευτεί να χρησιμοποιούν τα όπλα του Διαφωτισμού εναντίον του. Το συναισθηματικό φορτίο που παράγει αυτός ο εκλογικευμένος δογματισμός είναι ακόμη πιο έντονο. Γιατί επιστρατεύει τον φανατισμό, ενδύοντάς τον με το απαραίτητο ευγενές ένδυμα του λογικοφανούς ρατσισμού: «Η άλλη άποψη είναι καταστροφική επειδή το λέει η καρδιά μας, η παράδοσή μας, η ψυχή μας, αλλά και η λογική».
Το αποτέλεσμα είναι αυτό το καθεστώς να μεταφέρεται στον «διάλογο» και για θέματα που δεν έχουν ιδεολογικό φορτίο, και λογικά δεν θα έπρεπε να συνοδεύονται από την παραμικρή συναισθηματική ένταση. Ένα παράδειγμα των ημερών είναι οι συζητήσεις για τα 5G. Άνθρωποι κατά τα άλλα συγκαταβατικοί, που στη δουλειά τους μπορεί να θεωρούνται από τον εργοδότη τους εξαιρετικά υπάκουοι και σχεδόν υποτακτικοί, επαναστατούν για τις σατανικές κεραίες, την εκμετάλλευση από τον Bill Gates, και καθιστούν αδύνατο ένα στοιχειώδη διάλογο με επιχειρήματα.
Συλλογική μοναξιά
Όλη αυτή η τοξικότητα και η βλαβερή συναισθηματική ακτινοβολία δημιουργεί ένα άγονο περιβάλλον. Εκτός αυτού, όμως, δημιουργεί και το αίσθημα της ματαίωσης σε όσους θέλουν να σκέφτονται ορθολογικά. Επειδή ο θόρυβος που προκαλούν οι ανορθολογιστές είναι έντονος και δηλητηριώδης, δημιουργείται η εντύπωση ότι η σχιζοφρένεια είναι κυρίαρχη και ανίκητη. Από εδώ ξεκινά και το αίσθημα της συλλογικής μοναξιάς που βιώνουν οι ορθολογιστές: Ενώ είναι πάρα πολλοί, έχουν την εντύπωση ότι είναι μόνοι. Η ευαισθησία και η νοημοσύνη τους γίνονται το αδύνατό τους σημείο. Με αποτέλεσμα να θέλουν να ξεφύγουν από τον θόρυβο, από την «πολλή συνάφεια του κόσμου.. των συναναστροφών την καθημερινή ανοησία».
Δεν είναι καθόλου κακό να κάνεις δυο βήματα πίσω πού και πού. Ίσα για να ανασάνεις, να δεις τα πράγματα από απόσταση και πιο καθαρά. Όμως, όταν το κάνεις, να μην ελπίζεις ότι ο θόρυβος θα υποχωρήσει. Γιατί ακόμη και ένα «αλλά» να ακούγεται, ο θόρυβος θα συνεχίζεται. Οι ανορθολογιστές δεν νιώθουν ότι νίκησαν, ακόμη κι όταν έχουν επιβάλει την άποψή τους. Νιώθουν απειλούμενοι και υποχρεωμένοι να φωνασκούν, ακόμη κι όταν είναι ζωντανή μόνον η ηχώ του «αλλά». Αυτή είναι η δική τους αδυναμία. Είναι βαθιά δυστυχισμένοι ακόμη και ως νικητές.
Το τελευταίο εμπόδιο
Κάπως έτσι, φτάνουμε μπροστά στον τελευταίο τοίχο. Πώς διαχειρίζεται κανείς αυτό το συναίσθημα της συλλογικής μοναξιάς του ορθολογισμού;
Πρώτα απ’ όλα, ο ορθολογιστής πρέπει να επιτρέπει στον εαυτό του να κουράζεται. Και να παίρνει ανάσες αποστασιοποιούμενος για λίγο. Φτάνει να μην μπαίνει στον προθάλαμο της καθολικής και μόνιμης παραίτησης. Γιατί από τον θόρυβο δεν γλιτώνει με τίποτε. Όπου και να πάει, θα έρχεται και θα τον βρίσκει. Το δεύτερο είναι να μην παρασύρεται από τον πολύ θόρυβο και να νομίζει πως κάθε λογική προσπάθεια είναι μάταιη. Η λογική κερδίζει δυο μέτρα κάθε φορά. Αν έχουμε επαρκή ιστορικότητα, μπορούμε να το αντιληφθούμε – όσο κι αν η γραμμή κάθε άλλο παρά ευθεία είναι. Συχνά τα όσα γίνονται στο Κυπριακό, ιδιαίτερα τις δύο τελευταίες δεκαετίες, παρασύρουν τους ορθολογιστές στο να νομίζουν ότι «τελικά δεν αλλάζει τίποτε». Αυτό δεν είναι αλήθεια. Ακόμη και για το πιο σκληρό οχυρό του ανορθολογισμού.
Από την άλλη, βέβαια, το να μιλά κανείς δεοντολογικά – αραδιάζοντας «πρέπει» και «δεν πρέπει» για συμπεριφορές, επιλογές, και στάσεις – δεν έχει και ιδιαίτερο νόημα. Στο τέλος της ημέρας, το μείγμα της λογικής και της ευαισθησίας μέσα στον καθένα που θέλει να είναι λογικός άνθρωπος, και όχι εμπαθής συνωμοσιολόγος, θα βρει τον δρόμο του και θα καθορίσει τα πράγματα. Έχει τη σημασία του, όμως. Το να νιώθουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι ότι δεν είναι μόνοι.
Καλάθι
- Μακαριότητα (1): Ένας όχι άγνωστος στην κοινωνία άνθρωπος, με πλούσια δημοσιογραφική, ερευνητική, συγγραφική, και αυθεντικά πολιτική δράση, δέχτηκε μιαν πρωτάκουστη επίθεση στην προσωπική και επαγγελματική του ζωή. Ένα σκοτεινό – αλλά όχι ανώνυμο – παρακράτος διέλυσε το αρχειακό του υλικό με τεχνικές τρομοκρατικού χάκιγκ, εισβάλλοντας και στην οικογενειακή του ζωή. Και ούτε γάτα, ούτε ζημιά. Πίσω έχει όμως η αχλάδα την ουρά. Αυτήν την ώρα δεν είναι ο Μ. Δρουσιώτης που κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα. Είναι πολλοί άλλοι. Από τα σκοτεινά δωμάτια των παλατιών, μέχρι τα ρετιρέ της ΑΤΗΚ. Από τη Λευκωσία μέχρι τη Λάρνακα.
- Μακαριότητα (2): Ο υπουργός Παιδείας έχει νοημοσύνη πολύ άνω του μετρίου. Τώρα, τι είναι αυτό που τον οδηγεί να κινείται διαρκώς σαν εκκρεμές ανάμεσα στην απόλυτη αδράνεια και στην γκάφα, είναι ένα μυστήριο. Το κεφαλοκλείδωμά του από το «εθνικοθρησκευτικό κατεστημένο» – ή και η συνειδητή προσκόλλησή του σε αυτό για να έχει τα νώτα του καλυμμένα – δεν είναι επαρκής εξήγηση. Κι ο κ. Χαμπιαούρης το έκανε. Τόσο πολύ πιο έξυπνος νομίζει ότι είναι;
- Μακαριότητα (3): Βυθιστήκαμε στα ψευδοπροοδευτικά, του τύπου «ο Πρόεδρος πρέπει να διορίσει γυναίκες υπουργούς». Και το έκανε. Διορίζοντας το λάιφ στάιλ… Όμως, παρά τη μακαριότητά μας, η πραγματικότητα είναι πιο αισιόδοξη: Μια επίτροπος, μια βουλευτής, μια δημοσιογράφος, και μια γυναίκα των ΜΚΔ, έσωσαν την τιμή μας για την «υπόθεση» της μαθήτριας που αρθρογράφησε. Με τόλμη! Τελικά, πριν ξαναπούμε το γνωστό «τίποτε δεν αλλάζει σ’ αυτόν τον τόπο», θα πρέπει να το σκεφτούμε τρεις φορές…