Παράθυρο…«Πολεμικό κλίμα» σε συνθήκες μόνωσης: Ότι χειρότερο!…
Νομίζω το έχω αναφέρει ξανά. Προς το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν ξεδιπλωνόταν η σοβιετική αντεπίθεση κατά των Γερμανών, ένας δημοσιογράφος αθηναϊκής εφημερίδας δημοσίευσε άρθρο με τίτλο-παραίνεση προς τον στρατάρχη των σοβιετικών στρατευμάτων: «Δεξιότερον Ζούκοφ!». Ήταν μια «οδηγία» για το πού θα έπρεπε να μετακινήσουν στο μέτωπο τα στρατεύματά τους οι Σοβιετικοί.
Σήμερα, αυτό το γεγονός μας φαίνεται γραφικό. Πώς τόλμησε ένας ημιμαθής δημοσιογράφος να υποδείξει στον στρατηγό μιας υπερδύναμης πού θα έπρεπε να κατευθύνει τα στρατεύματά του; Σοβιετικοί και Γερμανοί στρατιώτες πέθαιναν με φριχτό τρόπο στο πεδίο της μάχης κατά χιλιάδες. Κι όμως, ένας ημιμαθής θεωρούσε ότι οι στρατηγοί των δύο πλευρών ήταν άσχετοι, και δεν συλλάμβαναν την πραγματικότητα όπως τη συλλάμβανε ο «ιδιοφυής» δημοσιογράφος, από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Κι όμως, τα ίδια ακριβώς συμβαίνουν αυτές τις μέρες. Όχι μόνο από ιδιοφυείς ελληνοκύπριους δημοσιογράφους, αλλά και από μεγαλοφυείς ελληνοκύπριους πολιτικούς.
Δογματισμός και διάλογος
Μέσω των (εμβέλειας εκατομμυρίων θεατών…) τηλεοπτικά κανάλια μας, κάποιοι πολιτικοί μας κουνούν το δάχτυλο στον πρωθυπουργό της Ελλάδας: «Αφελή Μητσοτάκη, οι Τούρκοι πάνε να σε ξεγελάσουν και να σε σύρουν σε διαπραγματεύσεις. Μη δεχτείς». Βέβαια, κανείς δεν λέει «κάνε πόλεμο Έλληνα Πρωθυπουργέ». Απλώς, «μη δεχτείς τον διάλογο». Γιατί, απλούστατα, ο διάλογος για αρκετούς Ελληνοκύπριους πολιτικούς είναι μια αρνητική έννοια. Είναι όργανο του διαβόλου. Διάλογος σημαίνει αμφισβήτηση του δόγματος, του αφηγήματος. Ποιος θα ήθελε διάλογο ανάμεσα στον Θεό και στον Σατανά; Φυσικά μόνον ο δεύτερος και οι οπαδοί του.
Από αυτήν την άποψη, μπορούμε να πούμε ότι αυτοί οι Ελληνοκύπριοι πολιτικοί είναι συνεπείς: Από τη στιγμή που θεωρείς ως ακλόνητα δεδομένο ένα δόγμα, ένα αφήγημα, από τη στιγμή που για σένα δεν υπάρχουν ερωτηματικά, κενά, ή διάθεση για να αναλογιστείς «μήπως δεν είναι έτσι τα πράγματα;», τότε δεν υπάρχει θέμα διαλόγου. Το δόγμα είναι δόγμα! Το πρόβλημα ξεκινά από τη στιγμή που όλοι οι άλλοι θεωρούν ότι η θέση σου είναι άποψη, δεν είναι εξ αποκαλύψεως αλήθεια. Για παράδειγμα, το αν το Καστελόριζο έχει πλήρη δικαιώματα υφαλοκρηπίδας-ΑΟΖ ή όχι, δεν είναι θέμα δικού μας δόγματος (π.χ. «η Τουρκία έχει πάντα άδικο, είναι βάρβαρη, είναι επεκτατική, άρα και σε αυτό το θέμα έχει άδικο). Είναι θέμα διεθνούς δικαίου και υφιστάμενων δεδικασμένων ερμηνειών του. Σε τέτοια περίπτωση τι κάνεις; Εσύ λες «Μητσοτάκη μην κάνεις διάλογο», οι άλλοι λένε «αν δεν κάνεις διάλογο είναι επειδή φοβάσαι το διεθνές δίκαιο». Τι κάνει τότε ο Μητσοτάκης; Ακούει τη διεθνή κοινότητα, ή τον Λιλλήκα;
Το «εξαφανισμένο» δίκαιο
Βέβαια, ο Έλληνας Πρωθυπουργός δεν δέχεται αδίκως το κούνημα του δαχτύλου από διάφορους. Διότι και ο ίδιος εκμεταλλεύτηκε κάθε ευκαιρία ώστε, με όπλο τις αναλήθειες και τα πάθη του λαϊκισμού, να ανέλθει στο αξίωμα του. Καλή ώρα με το λεγόμενο «Μακεδονικό» και τη Συμφωνία των Πρεσπών. Ή με την αδράνεια στο Κυπριακό, επί Κραν Μοντανά και μετέπειτα. Άρα, είναι εν πολλοίς παγιδευμένος στο αφήγημα και στο δόγμα του «καλού-κακού» που και ο ίδιος συνέβαλε στο χτίσιμό του. Ένα δόγμα και ένα αφήγημα που χτίζεται για δεκαετίες, ιδιαίτερα αναφορικά με τα θέματα υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ. Από μιαν άποψη, επομένως, πληρώνει και δικές του αμαρτίες.
Όμως, η πραγματικότητα δε χαρίζεται. Γι’ αυτό και στριμωχνόμαστε όλο και περισσότερο. Όχι μόνο γιατί δεν λύσαμε τα προβλήματα όταν η Τουρκία ήταν δύναμη και τα βρίσκουμε μπροστά μας τώρα που είναι μεγάλη δύναμη. Όχι μόνο γιατί έχουμε όλο και λιγότερους ακροατές εκτός των συνόρων Ελλάδας και Ελληνοκυπριακής Πολιτείας, για τα δίκαιά μας και τον πόνο μας. Αλλά κυρίως γιατί, για πρώτη φορά στην ιστορία μας, τώρα το 2020, είμαστε τόσο καθαρά και συνολικά αποκλεισμένοι όχι μόνον από τις δυνάμεις όλης της υφηλίου, αλλά και από την έννοια του Διεθνούς Δικαίου. Δεν είναι τυχαίο που κανένας από όσους κουνούν το δάχτυλο στον Έλληνα Πρωθυπουργό από την Κύπρο – ή και στην ίδια την Ελλάδα – δεν λέει το αναμενόμενο: «Η Τουρκία μιλά για Διεθνές Δίκαιο. Ε, τότε ας προσφύγουμε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Εμείς δεν φοβόμαστε το Δίκαιο και τον Νόμο». Κανείς δεν το λέει, απλούστατα επειδή φτάσαμε στο σημείο αυτά ακριβώς να φοβόμαστε. Αυτά ακριβώς είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για το δόγμα και το αφήγημα.
Άοπλοι;
Το πρόβλημα τείνει να πάρει καθολικές διαστάσεις, καθώς δείχνουμε να αποφεύγουμε την καταφυγή σε διεθνή όργανα αποφάσεων και Διεθνούς Δικαίου, σε μια σειρά από ζητήματα. Σαν πακέτο. Από τα δέκα ναυτικά μίλια εναέριο χώρο της Ελλάδας στο Αιγαίο, μέχρι τον καθορισμό υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ με την Τουρκία. (Ακόμη και η «σύμμαχος» Αίγυπτος δεν συμφωνεί με τις θέσεις μας για ένωση των ΑΟΖ Ελλάδας και Κύπρου.) Και από εκεί πάμε στα θέματα της Κυπριακής ΑΟΖ, αλλά και στο γεγονός ότι εδώ και τέσσερα χρόνια – πριν καν το Κραν Μοντανά – εμείς είναι που φεύγαμε από το τραπέζι των Η.Ε., κι εμείς είναι που κάνουμε τα πάντα για να μην επιστρέψουμε σ’ αυτό.
Επομένως, το μεγάλο μας πρόβλημα δεν είναι η απομόνωση – με προσωρινή εξαίρεση τη Γαλλία, για τους δικούς της λόγους. Το μεγάλο μας πρόβλημα είναι ότι αυτή η απομόνωση συνοδεύεται και από τη σχετική αποξένωσή μας, σε κάποιο βαθμό, από το ίδιο το Διεθνές Δίκαιο. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει αυτόματα ότι το Διεθνές Δίκαιο είναι με το μέρος της Τουρκίας. Ούτε και ότι η Άγκυρα δικαιώνεται για τις αυθαιρεσίες της επειδή οι δικές μας θέσεις δεν συμπίπτουν όσο θα έπρεπε με το Διεθνές Δίκαιο. Αλλά, για εμάς είναι σημαντική αυτή η αποστασιοποίησή μας· για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχουμε και πολλά όπλα στη φαρέτρα μας. Χάνοντας και αυτό, μένουμε γυμνοί. Με βάση τη ροή των πραγμάτων, δεν είναι απίθανο πολύ σύντομα η Άγκυρα να επικαλείται το Διεθνές Δίκαιο και τα όργανα αποφάσεών του (π.χ. Χάγη), κι εμείς να τα καταγγέλλουμε ως αναξιόπιστα και «φιλοτουρκικά».
Αυτή κινδυνεύει να αποδειχτεί ως η μεγαλύτερη απώλεια της Ελληνοκυπριακής Πολιτείας και της Ελλάδας, τη δεκαετία του 2020.
Καλάθι
- Δραπετεύοντας (1): Τις επόμενες μέρες θα βγαίνουν με δόσεις τα πράγματι θετικά για την Κύπρο στοιχεία της συμφωνίας των Βρυξελλών. Με αυτόν τον τρόπο, η κυβέρνηση θα καταφέρει να παρουσιάσει ως δικές της επιτυχίες τις αποφάσεις, χωρίς να χρειάζεται να «υμνεί» την Ε.Ε.. Και χωρίς να αποστασιοποιείται από το σπορ της γκρίνιας για την «ανυπαρξία» της Ευρώπης. Κάπως έτσι θα δραπετεύσει για άλλη μια φορά από τις αντιφάσεις της.
- Δραπετεύοντας (2): Ο Καρδινάλιος Ρισελιέ υπήρξε υπόδειγμα διαχείρισης των αντιπάλων του, κατά τον 17ο αιώνα. Κρατούσε διαρκώς διαιρεμένους τους Γερμανούς. Και φρόντιζε να ενισχύει πότε τους Αυστριακούς και πότε τους Πρώσους, για να κονταίνει τον εκάστοτε πιο επικίνδυνο. Τα τελευταία δύο χρόνια, όποτε ήταν στα πάνω του ο Νίκος Χριστοδουλίδης, ο Πρόεδρος τον κόνταινε με κάθε τρόπο, ενισχύοντας παράλληλα τους κομματικούς και τον Αβέρωφ Νεοφύτου. Τώρα που ο τελευταίος είναι στα πάνω του, άρχισε το αντίστροφο. «Ξαναψηλώνει» τον ΥΠΕΞ. Και δεν είναι καν Καρδινάλιος…
- Δραπετεύοντας (3): Η τέχνη, γενικά, είναι ίσως το πιο αξιόλογο δημιούργημα του ανθρώπινου μυαλού και πολιτισμού. Ακόμη κι όταν την αντιμετωπίζει κανείς ως καταφύγιο απέναντι στην ασχήμια του κόσμου, αξίζει! Αλλά και τα ωραία πράγματα είναι εκτεθειμένα στη χυδαιότητα: Πολλοί «λάτρεις» των δημιουργημάτων των καλλιτεχνών βλέπουν την τέχνη ως χρηστικό μέσο: Για να δραπετεύσουν από τις δεσμεύσεις της λογικής, από τη δύναμή της πραγματικότητας να καταρρίπτει τους μύθους τους. «Λατρεύουν» την τέχνη ως ασφαλές καταφύγιο απέναντι στην πραγματικότητα. Τη μολύνουν, χρησιμοποιώντας την ως φτηνό αποκούμπι της δειλίας τους. Ουαί!